Σε μια τετ – α – τετ φιλική κουβέντα, ξεφυλλίσαμε μαζί την προσωπική παρτιτούρα της ζωής του!!!
Γράφει η πρόεδρος της δημοτικής επιτροπής πολιτισμού Μαρία Πάτσαλου
Τον Στέλιο τον γνωρίζω λίγο, αλλά είναι σαν να τον ξέρω πολύ. Η πρόσφατη συνεργασία μου μαζί του στα πλαίσια μιας μουσικής συνάντησης για καλό σκοπό με εξέπληξε ευχάριστα. Κι αυτό γιατί, όταν η ομορφιά της φωνής, του σώματος και της ψυχής ευθυγραμμίζονται σε απόλυτη μεταξύ τους ισορροπία, τότε ο άνθρωπος γεμίζει φως. Ένα φως, που του δίνει την ευκαιρία να δημιουργεί, να αγαπά και να αγαπιέται.
Με όπλα μας, λοιπόν, δύο παγωμένους καφέδες και την απαραίτητη βοήθεια του κλιματιστικού, βρεθήκαμε ένα καυτό απόγευμα του Αυγούστου και αγγίξαμε με ευαισθησία και σεβασμό τους σημαντικότερούς σταθμούς της ζωής του.
Στέλιο, θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για αυτή τη συνάντηση. Να φανταστώ πως όλη σου η ζωή είναι ταυτισμένη με τη μουσική;
Ναι, ακριβώς, είναι όντως έτσι. Από πολύ μικρός η μουσική αποτελούσε πάντοτε την καλύτερη μου συντροφιά και μια από τις δυο μεγαλύτερες μου αγάπες. Η δεύτερη ήταν το ποδόσφαιρο με το οποίο ασχολήθηκα, αφού ο πατέρας μου ήταν ποδοσφαιριστής της ΕΠΑ και της Eθνικής Κύπρου. Πολύ γρήγορα όμως η μουσική με κέρδισε. Αποφάσισα έτσι να την ακολουθήσω και να δω τα πράγματα γύρω από αυτήν πιο σοβαρά.
Πάμε, λοιπόν, λίγο πίσω στον χρόνο, για να ξετυλίξουμε μαζί το κουβάρι και να πιάσουμε την κλωστή απ΄ την αρχή. Ποιες είναι οι πρώτες μουσικές σου θύμισες;
Τα πρώτα μου ερεθίσματα ξεκίνησαν από το σπίτι. Η μητέρα μου, όπως και η γιαγιά μου, άκουγαν συνεχώς ελληνική αλλά και ξένη μουσική στο ραδιόφωνο. Μεγάλωσα, λοιπόν, μέσα σε ένα σπίτι γεμάτο μουσική και τραγούδια.
Πότε αποφασίζεις ότι δεν θα ήθελες να είσαι απλά ακροατής, αλλά να δεις τη μουσική λίγο πιο σοβαρά;
Αυτό έγινε πολύ νωρίς, όταν σε ηλικία 8 ετών πήγα μόνος μου και αγόρασα τον πρώτο μου δίσκο. Αυτός ήταν το “Eye of the tiger” των Survivors. Ο δεύτερος δίσκος που αγόρασα ήταν ένας δίσκος του Γιάννη Πάριου. Ξεκίνησα έτσι να αγοράζω δίσκους και να ακούω μουσική. Λίγο αργότερα ανακάλυψαν το μουσικό μου ταλέντο στο σχολείο.
Η δασκάλα μου κ. Δωρέττα Αβρααμίδου πολύ γρήγορα με ξεχωρίζει και με ενθαρρύνει να ξεκινήσω να τραγουδώ σε κάθε ευκαιρία. Τη θυμάμαι να προσπαθεί να διευρύνει τις μουσικές μας εμπειρίες και γνώσεις, να φέρνει στο σχολείο δίσκους μεγάλων κλασικών συνθετών, πράγμα που με εντυπωσίαζε και με βοήθησε ιδιαίτερα να διευρύνω τα μουσικά μου ακούσματα. Εντάχθηκα έτσι στη σχολική χορωδία, όπως και πολλά άλλα παιδιά. Τα πρώτα μου βήματα στη μουσική είχαν ξεκινήσει.
Κατά τη διάρκεια των σχολικών μου χρόνων, η ζωή μου συνεχίζει να κινείται γύρω από τη μουσική και παράλληλα γύρω από το ποδόσφαιρο. Μέχρι τότε πειραματιζόμουν μόνος ηχογραφώντας τη φωνή μου, προσπαθώντας έτσι να γίνω καλύτερος. Με την ολοκλήρωση της στρατιωτικής μου θητείας είχα καταλάβει πως είχε έρθει η στιγμή να επιλέξω την επαγγελματική μου κατεύθυνση.
Ποιοι ήταν οι καλλιτέχνες που αγαπούσες και επηρέασαν την επιλογή σου να ακολουθήσεις το τραγούδι;
Οι κλασσικοί θα έλεγα. Ο ερωτικός Γιάννης Πάριος, η Μαρινέλλα και από τους ξένους καλλιτέχνες ο Elvis Presley. Αυτές ήταν οι μεγάλες μου αγάπες τις οποίες άκουγα ασταμάτητα. Αγαπούσα πάντοτε και αναγνώριζα τη σημαντικότητα της μελωδίας στη μουσική, χωρίς βέβαια να υποτιμώ τον στίχο. Γι’ αυτό και η αγάπη μου για τους καλλιτέχνες αυτούς, καθώς η μελωδία έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στα τραγούδια τους. Πιστεύω πως μια καλή μελωδία μπορεί να απογειώσει ένα μέτριο στίχο, ενώ είναι πολύ δύσκολο να γίνει το αντίθετο.
Ποια ήταν η πορεία σου μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής σου θητείας;
Να πω ότι κατά τη διάρκεια της θητείας μου η κιθάρα και τα τραγούδια συνόδευαν πολλές στιγμές της ζωής μου, όταν αυτό ήταν δυνατό. Με την ολοκλήρωσή της τα πράγματα είχαν πια σοβαρέψει. Έπρεπε να κάνω την επιλογή μου και αυτή ήταν το τραγούδι.
Μετά από αρκετή σκέψη για τα επόμενα μου βήματα, αποφάσισα να ζητήσω τη γνώμη του πολύ γνωστού μουσικοσυνθέτη Μάριου Μελετίου, ο οποίος έγραφε τότε τραγούδια για νέους καλλιτέχνες. Όντας ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς, ήθελα να ακούσω την άποψή του, έτσι ώστε να νιώσω περισσότερη σιγουριά και αυτοπεποίθηση για τον δρόμο που είχα επιλέξει.
Ποια ήταν η εμπειρία σου με τον Μάριο Μελετίου;
Αφού με άκουσε προσεκτικά, μου είπε: «Εσύ είσαι σχεδόν έτοιμος να κάμεις πράγματα». Ήμουν τότε 20 χρονών. Ο Μάριος Μελετίου μου γράφει τότε δύο τραγούδια, πράγμα πολύ τιμητικό για εμένα, τα οποία ηχογραφήσαμε στην Αθήνα σε ενορχήστρωση του καταξιωμένου μαέστρου Χάρη Ανδρεάδη.
Τα πρώτα μου τραγούδια «δια χειρός» Μαρίου Μελετίου ήταν το «Ξέσπασε λοιπόν και πες το» και «Η μεγάλη μου αγάπη». Κατάφερα να δημιουργήσω έτσι τον πρώτο μου προσωπικό δίσκο και να υπογράψω συμβόλαιο με την MBI στην Αθήνα. Παρά την καλή αρχή, επέλεξα να επιστρέψω πίσω στην Κύπρο, καθώς ήμουν πολύ μικρός και ανώριμος για να συνειδητοποιήσω κάποια πράγματα.
Πώς συνεχίζεις την πορεία σου επιστρέφοντας στην Κύπρο;
Επέστρεψα πίσω αποφασισμένος να εργαστώ μέχρι να νιώσω έτοιμος, με την προοπτική να επιστρέψω και πάλι πίσω στην Αθήνα και να συνεχίσω την πορεία μου. Μετά την επιστροφή μου στην Κύπρο εμφανίζεται στον δρόμο μου μια σπουδαία συνεργασία. Έρχεται στην Κύπρο εκείνη την περίοδο για εμφανίσεις αλλά και για να ακούσει νέους καλλιτέχνες ο Γιώργος Χατζηνάσιος.
Παρ’ όλους τους αρχικούς μου ενδοιασμούς και με παρότρυνση του δασκάλου μου Μάριου Μελετίου και του Σταύρου Σιδερά, πήγα, για να με ακούσει στην καφετέρια «Πειρασμός», όπου ο ίδιος τραγουδούσε και έκανε ταυτόχρονα τις ακροάσεις του.
Μίλησέ μας για τη συνεργασία σου με τον Γιώργο Χατζηνάσιο.
Ο Χατζηνάσιος στο πιάνο και εγώ να τραγουδώ το ένα μετά το άλλο αγαπημένα τραγούδια του Πάριου ήταν για μένα μια απίστευτη εμπειρία. Ήξερα τα περισσότερα εκτός από ένα τραγούδι της Δήμητρας Γαλάνη οπότε εκεί ένιωσα ότι απέτυχα μέχρι που ο ίδιος ο Χατζηνάσιος με καθησύχασε. Ορίσαμε την πρώτη μας κοινή επίσημη πρόβα και ξεκινήσαμε.
Για όσο διάστημα βρισκόταν για εμφανίσεις και ακροάσεις στην Κύπρο έμεινα και εργάστηκα μαζί του δημιουργώντας αναμνήσεις και εμπειρίες ζωής.
Ο Χατζηνάσιος ήταν μπορώ να πω ένας άνθρωπος αρκετά ιδιόρρυθμος, αυστηρός αλλά και ειλικρινής ταυτόχρονα με τους καλλιτέχνες. Ήταν όμως και παραμένει για μένα ο βασιλιάς της μελωδίας. Έχει γράψει απίστευτες μουσικές και τραγούδια που αντέχουν και θα αντέχουν στον χρόνο για πάντα.
Στη συνέχεια, ήρθαν στον δρόμο μου κι άλλες σημαντικές συνεργασίες με τεράστιους καλλιτέχνες, όπως ο Μάριος Τόκας, η Μαργαρίτα Ζορπαλά και πολλοί άλλοι. Από τον καθένα πήρα αλλά και έμαθα δίνοντας κι εγώ τον καλύτερο εαυτό μου, έτσι ώστε να στέκομαι αντάξια δίπλα τους.
Ο Μάριος Τόκας ήταν θυμάμαι ένας πολύ απλός άνθρωπος. Ήταν ο άνθρωπος της παρέας, έτσι ακριβώς, όπως ήταν και τα τραγούδια του.
Με την ολοκλήρωση των εμφανίσεων σου στον «Πειρασμό» και τη συνεργασία σου με τους πολύ σημαντικούς αυτούς καλλιτέχνες τι ακολουθεί;
Ακολουθεί ένας ακόμη μεγάλος σταθμός, άλλη μια εξαιρετική συνεργασία με τον συμπατριώτη μας μουσικοσυνθέτη Άριστο Μοσχοβάκη στην ιστορική «Λεωφόρο» στην Λεμεσό. Μια συνεργασία και μια φιλία, η οποία κρατά μέχρι και σήμερα. Με τον Άριστο ωρίμασα ακόμη περισσότερο καλλιτεχνικά μαθαίνοντας κοντά του ένα νέο τρόπο δουλειάς που με εντυπωσίασε.
Το 1996, κυκλοφόρησα τη δεύτερη δισκογραφική μου δουλειά με τον Άριστο Μοσχοβάκη με τίτλο «Κι απόψε στη σκοπιά». Μια πολύ μεγάλη επιτυχία που ούτε εγώ ο ίδιος δεν περίμενα. Το τραγούδι παιζόταν παντού μαζί με τα υπόλοιπα τρία που βρίσκονταν στον δίσκο. Όλα τα τραγούδια ήταν σε μουσική του Άριστου και σε στίχους της Ροδούλας Παπαλαμπριανού.
Τι είναι αυτό που ξεχωρίζεις στον Άριστο Μοσχοβάκη;
Ο Άριστος δουλεύει με μια απίστευτή σπιρτάδα. Μπορεί επίσης πολύ γρήγορα να αλλάζει τη ροή του προγράμματος και έχει απόλυτη αντίληψη και επικοινωνία με το ακροατήριό του. Με τον Άριστο, πρέπει να είσαι πάντα έτοιμος για αλλαγές και προκλήσεις. Είναι ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης ο οποίος μου έμαθε πολλά, ανάμεσα στα οποία είναι να επικοινωνώ με το κοινό που με παρακολουθεί αναπτύσσοντας μαζί του μυστική συνομιλία. Αυτό κάνει εξάλλου και ο ίδιος.
Άλλη συνεργασία την οποία θυμάσαι έντονα;
Δεν μπορώ να ξεχάσω τη συνεργασία μου με την Άννα Βίσση για 40 περίπου εμφανίσεις. Τώρα, ό,τι και να πω για την Άννα Βίσση είναι λίγο. Απέδειξε μέσα στα χρόνια ότι δίκαια αποκαλείται η απόλυτη Ελληνίδα σταρ. Έχει πει απίστευτα τραγούδια παρότι έχει δεχθεί και έντονη κριτική για κάποιες επιλογές της. Τα περισσότερα της τραγούδια άντεξαν στον χρόνο και αποτελούν πλέον διαχρονικές επιτυχίες. Ομολογώ ότι εμένα με αγγίζουν περισσότερο τα τραγούδια που είχε ερμηνεύσει στην αρχή της καριέρας της. Όποια όμως κι αν είναι η προσωπική μου άποψη, η Βίσση έχει κτίσει τον μύθο της. Υποστήριζε και υποστηρίζει πάντα τις επιλογές της και δουλεύει πάντα με μεράκι και αγάπη.
Πότε αποφασίζεις να επιστρέψεις στην Αθήνα;
Επιστρέφω το 2001 στην Αθήνα και παραμένω εκεί για τρία με τέσσερα χρόνια. Παράλληλα, υπογράφω νέο συμβόλαιο με την V2 Records με την οποία έκανα τραγούδια που ξεχώρισαν και έκαναν αρκετή επιτυχία. Παρ’ όλα αυτά επιλέγω να επιστρέψω, καθώς η οικογένεια και ιδιαίτερα τα τρία μου παιδιά, μου έλειπαν πάρα πολύ. Είχα την ανάγκη να ανασυντάξω τις δυνάμεις μου και να συνεχίσω. Και αυτό έκανα.
Και έρχεται η στιγμή της Γιουροβίζιον. Μίλησέ μας γι’ αυτή τη μεγάλη φαντάζομαι για σένα ευκαιρία και εμπειρία.
Να πω κατ’ αρχήν ότι λίγο πριν φύγω από την Αθήνα, για να επιστρέψω, μια προσωπική μου απόφαση που καθόλου δεν άρεσε στον διευθυντή της δισκογραφικής μου εταιρείας, του ζήτησα να μου υποσχεθεί πως αν κατάφερνα να περάσω στην τελική διαδικασία και να πάρω το εισιτήριο για τη Γιουροβίζιον, η εταιρεία μου θα στήριζε την όλη προσπάθεια. Ένα μήνα μετά την επάνοδό μου στην Κύπρο, γράφω το Feeling alive και καταφέρνω να αντιπροσωπεύσω την πατρίδα μου στον διαγωνισμό, όπου εκείνη τη χρονιά είχε πραγματοποιηθεί στη Ρίγα της Λεττονίας.
Πριν από τον διαγωνισμό, είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω σε αρκετές χώρες, για να παρουσιάσω το τραγούδι μας. Είχα επισκεφθεί θυμάμαι την Ουκρανία, την Σερβία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, την Ελλάδα και αρκετές άλλες.
Στη Ρίγα τα πράγματα ήταν άψογα οργανωμένα από τους Σουηδούς, οι οποίοι έχουν πάντοτε την ευθύνη της παραγωγής. Τραγούδησα απέναντι σε χιλιάδες ανθρώπους που κατέκλυσαν το στάδιο όπου διεξαγόταν ο διαγωνισμός. Τα φώτα, ο ήχος, η οργάνωση ήταν σε ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο. Γενικά, η συμμετοχή μου αποτέλεσε για μένα μια έντονη εμπειρία που σημάδεψε την καριέρα μου.
Στέλιο, πόσο δύσκολο είναι κατά τη γνώμη σου για έναν καλλιτέχνη να καταφέρει να διαγράψει μια επιτυχημένη δισκογραφική επιτυχία και καριέρα;
Η δισκογραφία σήμερα είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Ακόμη και οι καταξιωμένοι καλλιτέχνες βγάζουν ένα με δυο τραγούδια νοουμένου ότι δεν υπάρχουν καθόλου πωλήσεις. Γι’ αυτό και οι εταιρείες δύσκολα θα πάρουν έναν νέο καλλιτέχνη τον οποίο και θα πρέπει να προωθήσουν και να καθιερώσουν. Πλέον, οι ίδιοι οι καλλιτέχνες θα πρέπει να παίρνουν στις εταιρείες ολοκληρωμένα τραγούδια που εάν ίσως αρέσουν και τύχουν της κατάλληλης προσοχής, θα δοθεί στους καλλιτέχνες μια ευκαιρία.
Πολλοί είναι αυτοί που προσπαθούν να βρουν μια ταυτότητα μέσα στον καλλιτεχνικό χώρο κι αυτό φαίνεται από τη μεγάλη συμμετοχή των παιδιών αυτών στα talent shows, τα οποία έχουν κατακλείσει τους τηλεοπτικούς μας δέκτες. Οι μόνοι, όμως, που καταφέρνουν να ξεχωρίσουν από αυτές τις εκπομπές είναι οι ίδιοι οι κριτές και όχι οι συμμετέχοντες.
Μπορεί όμως να στερήσει κάποιος από τα παιδιά αυτά να κυνηγήσουν έστω με τον «νέο» αυτό τρόπο τα όνειρά τους;
Κανένας σίγουρα δε μπορεί να στερήσει από όλα αυτά τα παιδιά το όνειρο για την επιτυχία. Πάντα αξίζει να προσπαθούμε αλλιώς τα πράγματα θα παραμένουν στάσιμα. Ποτέ δεν ξέρεις εξάλλου πού κρύβεται η ευκαιρία και η στιγμή για να ξεχωρίσει κάποιος καλλιτέχνης.
Νομίζεις ότι η εποχή μας έχει κάτι σημαντικό να πει και να καταγράψει μουσικά, κάτι το οποίο θα είναι σημείο αναφοράς για τις επόμενες γενιές που θα ακολουθήσουν;
Δεν θέλω να είμαι ούτε αρνητικός ούτε και άδικος. Κακά όμως τα ψέματα, τα παλιότερα τραγούδια είχαν άλλη ποιότητα, άντεξαν και θα αντέχουν για πάντα στον χρόνο. Τα σημερινά τραγούδια στερούνται ένα βασικό συστατικό. Αυτό της απλότητας και της μελωδίας. Κανείς δεν μπορεί εύκολα να τα σιγοτραγουδήσει, οπότε δύσκολα παραμένουν στο μυαλό και την ψυχή μας. Προσωπικά, με ενοχλεί το γεγονός ότι όλοι μοιάζουν πλέον με όλους, αφού ακολουθούν μια συγκεκριμένη συνταγή που λίγο – πολύ τους επιβάλλεται. Δυστυχώς, έτσι, οι περισσότεροι καλλιτέχνες δεν αποκτούν ποτέ τη δική τους ταυτότητα.
Ποιοι είναι οι δικοί σου αγαπημένοι καλλιτέχνες σήμερα ;
Αγαπημένος μου τραγουδοποιός είναι ο Χάρης Βαρθακούρης. Τα τραγούδια του στάζουν πραγματικά μελωδία. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν του δόθηκε η κατάλληλη προσοχή, έτσι ώστε να αναδείξει τη μουσική του ταυτότητα. Ο Χάρης Βαρθακούρης, αν και γιος του μεγαλύτερου τραγουδιστή στην Ελλάδα, του Γιάννη Πάριου, χάραξε τη δική του πορεία χωρίς να μιμείται ή να ακολουθεί τα βήματα κανενός. Ίσως, η εποχή μας να μην του ταιριάζει. Κάποια όμως τραγούδια του, θα αντέξουν στον χρόνο, γιατί είναι μελωδικά και αυθεντικά.
Ξεχώρισε για μας μερικές στιγμές από την καριέρα σου που θα θυμάσαι για πάντα.
Ξεχωρίζω τη συναυλία αλληλεγγύης, η οποία πραγματοποιήθηκε στη Λάρνακα για φιλανθρωπικό σκοπό. Στη συναυλία αυτή είχα μια πολύ καλή παρουσία και την ευκαιρία να πω τραγούδια που αγαπώ. Συμμετείχαν πολλοί καλλιτέχνες όπως η Βίσση, ο Ρέμος, ο Σαββόπουλος και πολλοί άλλοι. Η συνεργασία μου με όλα αυτά τα μεγάλα ονόματα ήταν μια σπουδαία για μένα εμπειρία.
Την χρονιά που μας πέρασε συνεργάστηκες με τη δημοτική μας χορωδία σε μια συναυλία που πραγματοποιήθηκε για τις ανάγκες του σωματείου «Βασούλα Ελευθερίου». Ένα σωματείο, το οποίο βοηθά πάσχοντες συνανθρώπους μας. Πώς ένιωσες τραγουδώντας με μια χορωδία;
Πρώτα απ’ όλα θα ήθελα να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον μαέστρο Λουκά Ξενοφώντος, ο οποίος μου έδωσε αυτή την ευκαιρία. Ως άνθρωπος, θεωρώ πως τίποτε δεν είναι δεδομένο στη ζωή. Η προσφορά στον συνάνθρωπό μας είναι κάτι που θα πρέπει να γίνει για όλους βίωμα.
Μουσικά ήταν η πρώτη φορά που συνεργαζόμουν με μια χορωδία και πραγματικά είχα πάθει πλάκα την πρώτη φορά που άκουσα τις φωνές των χορωδών. Το επίπεδο της δημοτικής χορωδίας Αραδίππου είναι πάρα πολύ ψηλό. Αξίζουν σε όλους συγχαρητήρια. Ομολογώ ότι πραγματικά συγκινήθηκα πάρα πολύ, τόσο την ώρα της πρόβας, όσο και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. Ελπίζω οι στιγμές αυτές να επαναληφθούν σύντομα.
Ο Στέλιος Κωσταντάς τι κάνει όταν δεν τραγουδά;
Απλά πράγματα. Ακούω μουσική, περνώ χρόνο με τα παιδιά μου και μαγειρεύω αρκετά.
Τι ονειρεύεσαι για σένα και την οικογένειά σου;
Πρώτα απ’ όλα θέλω να έχουν υγεία τα παιδιά μου. Να είμαι σε θέση να τα βοηθώ σε όλα τα στάδια της ζωής τους και να νιώθουν όμορφα για τον πατέρα τους. Εύχομαι, επίσης, να μπορέσω να συνεχίσω το τραγούδι για αρκετά ακόμη χρόνια.
Επόμενα μελλοντικά σχέδια για σένα;
Θα ήθελα να κυκλοφορήσω νέα τραγούδια το συντομότερο δυνατό. Νιώθω ώριμος και πανέτοιμος για το επόμενο δισκογραφικά βήμα, έτσι ώστε να δείξω στον κόσμο αυτό που πραγματικά είμαι τώρα ως καλλιτέχνης.
Τα επόμενα μου τραγούδια θέλω να με εκφράζουν απόλυτα και να καταθέτουν το προσωπικό μου στίγμα. Ελπίζω να μπορέσω να χαράξω σύντομα τα νέα μου βήματα και να καταφέρω να υλοποιήσω τα επόμενα όνειρά μου.
Κι αν έβαζες ένα μόνο τίτλο στην φάση που τώρα βρίσκεται η ζωή σου, ποιος θα ήταν αυτός;
Θα έλεγα it’s about time…Έφθασε η ώρα να κάνω αυτά που ονειρεύεται η ψυχή μου και να νιώσω όμορφα.
Στέλιο, νομίζω πως έφθασε η ώρα να ολοκληρώσουμε και εμείς την κουβέντα μας αυτή. Σε αποχαιρετώ και σε ευχαριστώ!!!
Αποχαιρετώ τον Στέλιο και σκέφτομαι πως η στιγμή της ολικής του επαναφοράς είναι εδώ.
Του το εύχομαι μέσα απ’ την ψυχή μου. Το αξίζει !!!